- διατηρητέο
- korunması gerekli
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
Λευκοθέα — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 19 Απριλίου 1855. Το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι περίπου 12,2 και σε απόσταση μίας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και από τον Ήλιο 8,5. Διεθνώς ονομάζεται Leukothea 35. II… … Dictionary of Greek
μνημείο — Κάθε τι και κυρίως κάθε κτίσμα στήλη, τύμβος κλπ. που προορίζεται να συμβολίσει μια ιδέα ή να τιμήσει και να διαιωνίσει τη μνήμη κάποιου σημαντικού γεγονότος ή προσώπου. Τα προϊστορικά ντόλμεν, οι πυραμίδες, οι τύμβοι, είναι μνημεία αυτού του… … Dictionary of Greek
Εβροστίνα — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 660 μ., 102 κάτ.) του νομού Κορινθίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ευρωστινής. Ιστορικό διατηρητέο μνημείο της Ε. αποτελεί η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, κτίσμα του 1811, ενδιαφέρων αρχιτεκτονικός τύπος της… … Dictionary of Greek
Εθνικό θέατρο — Κρατικό θέατρο της Ελλάδας που ιδρύθηκε το 1930. Το 1901 ιδρύθηκε το Βασιλικό Θέατρο,τοοποίο στεγάστηκε στο νεοκλασικό κτίριο της οδού Αγίου Κωνσταντίνου 22. Το κτίριο αυτό κατασκευάστηκε κατά το διάστημα 1895 1901, σε σχέδια του Γερμανού… … Dictionary of Greek
Ιεράπετρα — Πόλη (υψόμ. 10 μ., 11.678 κάτ.) της Κρήτης, έδρα του ομώνυμου δήμου στον νομό Λασιθίου. Βρίσκεται στις νότιες ακτές του νομού, που βρέχονται από το Λιβυκό πέλαγος. Η Ι. παρουσιάζει αξιόλογη τουριστική κίνηση χάρη στο θερμό κλίμα της καθ’ όλη τη… … Dictionary of Greek
Ιόνιος Ακαδημία — Ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα της Κέρκυρας, που ιδρύθηκε το 1824 με πρωτοβουλία της Ιόνιας Πολιτείας και με γενναιόδωρη χορηγία του Άγγλου φιλέλληνα κόμη Φρέντερικ Γκίλφορντ. Ήταν το πρώτο του είδους αυτού στην ιστορία της νεοελληνικής παιδείας.… … Dictionary of Greek
Καισαριανής, μονή — Βυζαντινό μοναστήρι στους δυτικούς πρόποδες του Υμηττού, 6 χλμ. Α του κέντρου της Αθήνας. Από αρχαιολογικά ευρήματα προκύπτει ότι στην περιοχή υπήρχε οικισμός από τη νεολιθική εποχή. Σύμφωνα με διάφορες αρχαίες μαρτυρίες, στον χώρο αυτό, που… … Dictionary of Greek
Κάρυστος — I Παράλια κωμόπολη (υψόμ. 20 μ., 4.960 κάτ.) στην πρώην επαρχία Καρυστίας του νομού Ευβοίας. Βρίσκεται στο νότιο άκρο του νομού, 128 χλμ. ΝΑ της Χαλκίδας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Καρύστου. Η Κ. χτίστηκε στα μέσα του 19ου αι. με βάση τα… … Dictionary of Greek
Κοίμησης της Θεοτόκου, μονή — Ονομασία 33 μοναστηριών. 1. Αγνούντος. Μοναστήρι, το οποίο δεν λειτουργεί, στον νομό Αργολίδος. Βλ. λ. Αγνούντος, μονή. 2. Ανθηρού. Μοναστήρι, το οποίο δεν λειτουργεί, στον νομό Καρδίτσης. Εξαρτάται από τη μητρόπολη Θεσσαλιώτιδας και… … Dictionary of Greek
Κομοτηνή — Πόλη (υψόμ. 45 μ., 43.326 κάτ.) της κεντρικής Θράκης, πρωτεύουσα του νομού Ροδόπης. Βρίσκεται στις νότιες απολήξεις της οροσειράς Ροδόπης, σε απόσταση 795 χλμ. από την Αθήνα και 281 χλμ. από τη Θεσσαλονίκη. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου.… … Dictionary of Greek
Κούρεντα — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 390 μ., 204 κάτ.) στην πρώην επαρχία Δωδώνης του νομού Ιωαννίνων. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, 44 χλμ. Δ των Ιωαννίνων. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μολοσσών. Στην περιοχή σώζεται ο ναός του Αγίου Γεωργίου,… … Dictionary of Greek